11 Φλεβάρη 2023
Ώρα 06.40
Το ξυπνητήρι χτυπά.
Ίσως από τις ελάχιστες φορές που χτυπάει τόσο νωρίς και δεν θέλω να του βάλω φωτιά.
Να το δεις!
Απέξω δηλαδή, την οικοδομή, αλλά ας είναι.
Να το δω κι εγώ
Να δω αν άλλαξε, τι άλλαξε.
Αν ζει κάποιος. Και ποιος/ πως να είναι αυτός;
Θεέ μου, πάνε 14μιση χρόνια που έκλεισα για τελευταία φορά την πόρτα αυτού του διαμερίσματος πίσω μου.
Μόλις 4 έζησα και τόσα παραπάνω λείπω, αλλά όλα μοιάζουν χθες. Μη σου πω τώρα!
Δε θυμόμουν πολλά πέρα από τη διεύθυνση αλλά τώρα που βρίσκομαι ξανά εδώ, στην είσοδο της πολυκατοικίας, να, διακρίνω ποιο κουδούνι αντιστοιχεί στο θυροτηλεφωνο που κάποτε αν χτυπούσε, απαντούσα εγώ!
Να, το αυτοκίνητο του από πάνω μου, και του από δίπλα μου, και τα απλωμένα τους ρουχα- πωπω αυτά είναι σίγουρα του γιου τους, πόσο μεγάλωσε! (Θα ναι δε θα 'ναι τώρα...18! :0 )
Το μπαλκονακι μου.
Το μοναδικό μου, μπαλκονακι.
Τι διαβάσματα έχω ρίξει εκεί και πόσους νες έχω πιει αργά το απόγευμα προσπαθώντας να μείνω ξύπνια να τελειώσω μια ακόμη εργασία!
Κλείνω τα μάτια και μπαίνω νοητά μέσα στο διαμέρισμα. Θυμάμαι ξεκάθαρα τη μυρωδιά που είχε.
Το σημείο πάνω στο καλοριφέρ που αφηνα τα κλειδιά κ την τσάντα μου.
Τον καθρέφτη δεξιά και τις μπότες μου διάσπαρτες στο πάτωμα εμπρός του.
Την μικρή οθόνη της τηλεόρασης απέναντι αριστερα μου, που υπήρξε για εβδομάδες, μήνες μοναδική μου συντροφιά.
Κάθομαι στον κίτρινο καναπέ μου, βγάζω τα παπούτσια και απλώνω τις πατούσες μου στο χαμηλό τραπέζι εμπρός.
Άραγε εκείνο το κορίτσι που ήταν 17 και μισό ετών όταν έμεινε μόνη της το πρώτο της βράδυ στο δικό της σπίτι, που ήθελε να γίνει ένα θαύμα να εξαφανιστεί από αυτό το άγνωστο μέρος, το τόσο μακρινό από το σπίτι της, με το κρύο ομιχλώδες τοπίο, το χωρίς θάλασσα, το "ξένο", φαντάστηκε ποτέ την γυναίκα του σήμερα;
Την σχεδόν 36χρονη Ράνια, μαμά της Αρετής και του Κωνσταντίνου, επί 6 έτη σύζυγος του Βασίλη, που ζει πάνω από 10 χρόνια πια στη γενέτειρα της, που δεν πραγματοποίησε επαγγελματικά τίποτε από όσα σκέφτοταν και σχεδίαζε τα χρόνια που έζησε εδώ πέρα, που τα τελευταία 14 χρόνια κύλησαν νεράκι και τόσο γεμάτα και που αγάπησε τον τόπο αυτό σαν τόπο της.
Που πάντα θα είναι δεύτερο σπίτι της αυτή η γη; Εκεί όπου πρώτη φορά είχε το δικό της διαμερισματακι;
Αναλογίστηκε ποτέ εκείνο το παιδί, πόσο ευτυχισμένη γυναίκα θα επέστρεφε εδώ; Πώς θα βρισκόταν σε ένα μέρος που ξυπνά τόσες αναμνήσεις και βιώματα μόνο δικά της, στην φάση της ζωής της που έχει κάνει restart αναφορικά με τα προσωπικά της θέλω, όνειρα, επιθυμίες;
Μήπως ήταν μοιραίο και καθόλου τυχαίο που συναντώ ξανά αυτό το κορίτσι, ακριβώς στο σημείο που είχα αρχίσει να το χάνω, την στιγμή που είμαι πιο αποφασισμένη από ποτέ να το βρω και να "αναπληρώσω τον χαμένο χρόνο"; Και να της επιτρέψω να πραγματοποιήσει όσα ονειρεύτηκε παιδί;
Πάμε. Αυτό το ταξίδι είναι για μας.
Αρκετά με εμένα.
Πάμε να σου δείξω που ήταν το Πανεπιστήμιο μου, σε τι ωραίο κτήριο ήμασταν και πόσο κοντά στη γειτονιά μου!
Κι ύστερα, τη βόλτα μας!
Α να, δες.
Εδώ ήταν το ραδιόφωνο που δούλευα.
Να, να εδώ επάνω αυτό ήταν το παραθυράκι που άνοιγα για να καπνίσω!
Κι εδώ απέναντι το χειμερινό σινεμά.
Λίγες φορές ήρθα, πάντα όμως μόνη.
Εκτός από την τελευταία - γιατί αυτή ήταν στην ορκομωσία του πτυχίου μου, ήμασταν αρκετοί τότε από την οικογένεια!
Άντε, πάμε.
Πάμε να σου δείξω τους περιβόητους καταρράκτες, το Βαρόσι, τον νερόμυλο, το ασανσέρ που οδηγεί στο Καναββουργειο, τη θέα που κόβει την ανάσα από τον ψηλό Βράχο.
Πάμε να φάμε το ωραιότερο γλυκό στον κόσμο που θα το βρεις μόνο εδώ και μόνο σε ένα ζαχαροπλαστείο, τις φλογέρες του Κρόνου!
Πάμε να περπατήσουμε στα στενά της παλιάς πόλης και να βγούμε ξανά στη νέα.
Πάμε να δούμε τον πεζόδρομο που δεν ήταν πεζόδρομος όταν ζούσα εδώ αλλά έτσι είναι πιο ωραία!
Πάμε να σου δείξω που έπινα τους καφέδες μου, στα καταρρακτακια, το πιο χαριτωμένο σημείο στο κέντρο της πόλης.
Έλα να δεις που είναι η γειτονιά που δούλευα, το αγαπημένο μου Ιταλικό, πού έτρωγα γύρο, το μοναδικό περίπτερο όπου έβρισκες τσιγάρα τη νύχτα!
Θέλω να στα δείξω, θέλω να στα πω όλα.
Πόσο ενθουσιασμένη.
Είμαι εδώ, μαζί σου!
Γνωρίζεις ένα κομμάτι μου πολύ πριν συναντηθούμε. Που είναι κι αυτό λόγος που η ζωή μας έφερε στο ίδιο σταυροδρόμι.
Χαίρεσαι με τη χαρά μου.
Με ξαναπάς στην γειτονιά μου.
Αυτή τη φορά λίγο παρακάτω, στο όμορφο πάρκο.
Που μου πήρε σίγουρα 2μιση-3 χρονιά να ανακαλύψω και να εκτιμήσω την ομορφιά του.
Μπήκαμε από την αριστερή όχθη του ποταμού να περπατήσουμε. Πρώτη φορά έρχομαι από αυτή τη πλευρά το ξέρεις;!
Πόσες φορές περπάτησα αυτή τη γέφυρα προς κάθε κατεύθυνση...εκατοντάδες!
Κι όμως πρώτη φορά στέκομαι σε αυτή την όχθη του ποταμού και βλέπω από εδώ τη θέα απέναντι ... με σένα μέσα της!
Και πριν από αυτό, με πηγές στο αγαπημένο μου μέρος, στον αγαπημένο μου σταθμό.
Σε αυτό των τρένων.
Δεν έχω νιώσει περισσότερα συναισθήματα μαζεμένα σε ένα μέρος, από ότι σε ετούτο εδώ.
Ούτε μάλλον έχω χύσει περισσότερα δάκρυα!
Αφίξεις.
Αναχωρήσεις.
Ξανά μανά.
Κάθε φορά άλλο συναίσθημα. Κάθε φορά έντονα.
Αρχικά, κάθε φορά που έφτανα σε αυτόν τον σταθμό, έκλαιγα. Έκλαιγα με λυγμούς γιατί ήθελα να είμαι οπουδήποτε αλλού εκτός από εδώ.
Τις λίγες φορές που βρέθηκα για να πάω μια βόλτα κοντινή - πχ Θεσσαλονίκη σε φίλους ή Φλώρινα κλπ, ήταν πιο βατα τα συναισθηματα- μα εκείνο το εισιτήριο που πάντα ήταν μετ' επιστροφής, με ενοχλούσε.
Υπήρξαν και άλλες λίγες φορές που ήρθα εδώ με χαμόγελο πλατύ και ανυπομονησία βαθιά να υποδεχτώ τις φίλες μου, τους ανθρώπους μου.
Αυτές τις φορές το διαμερισματακι μύριζε λογής μυρωδιές από λιχουδιές!
Για τους καλεσμένους μου.
Κι ύστερα, έπρεπε να τους συνοδεύσω πάλι εδώ να αναχωρήσουν.
Ξανά κλάμα. Μοναξιά.
Ο καιρός πέρασε, και η ζυγαριά άρχισε να γέρνει αλλιώς.
Πλέον κάθε άφιξη δεν ήταν αβάσταχτη. Ίσα ίσα, ενείχε μια ανυπομονησία, να βρεθώ "σπιτάκι μου".
Οι αναχωρήσεις όλο και αραίωναν.
Άνθρωποι εξακολουθούσαν να έρχονται και να φεύγουν και πάντα η άφιξη ήταν καλύτερη της αναχώρησης αλλά στο μεταξύ αυτό το μέρος το είχα αγαπήσει. Και σε κάθε αναχώρηση, δεν ένιωθα πια μόνη.
Δεν ήμουν πια μόνη.
Έχω περάσει ώρες... μέρες, να πίνω εδώ τον καφέ μου χαζεύοντας τα σκιουράκια στα δέντρα να κυνηγιούνται, να τσακώνονται για την τροφή και ακούγοντας τα πουλάκια να κελαηδούν με τις φωνές τους υπέροχα.
Άλλοτε ακούγοντας μουσική στα ακουστικά του discman μου (ναι, discman είχα)καθισμένη στο παγκάκι με ένα τετράδιο στα γόνατα να γράφω.
Μέχρι που έπεφτε ο ήλιος και δεν αντεχονταν άλλο το κρύο.
Όπως τώρα. Που φυσάει!
Έλα, το τελευταίο τρένο αναχώρησε.
Πάμε κι εμείς.
Πάμε σπιτάκι μας, στα παιδάκια μας.
Ωραίο το παρελθόν, καλές οι αναμνήσεις, είμαστε όσα ζήσαμε, ΑΛΛΑ... το παρόν μας το ζούμε μαζί και το μέλλον μας παραφυλαει στη γωνία: να το ζήσουμε όπως ονειρευόμαστε από κοινού, σχεδιάζοντας ότι ομορφότερο περνά από το χέρι μας για την οικογένειά μας.
6 χρόνια γάμου.
6 και κάτι χρόνια ευτυχίας πλάι σου.
Σε αγαπώ και σε ευχαριστώ.
(Γιάννενα, 29 Μάρτη 2023)
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου